Μάρτυρες στην Κοιλάδα Αργολίδας όπου έμενε και βρέθηκε νεκρός, έσπασαν τη σιωπή τους και μετέφεραν στο «Τούνελ» σημαντικές πληροφορίες που άνοιξαν νέο δρόμο στην έρευνα.
Το θύμα ήταν καπετάνιος στο κότερο γνωστής εφοπλιστικής οικογένειας. Το μεσημέρι της Δευτέρας 8 Δεκεμβρίου 2014, βρέθηκε πυροβολημένος, πεσμένος μπρούμυτα σε μια λίμνη αίματος στην αυλή του σπιτιού του καλύτερου φίλου του. Το φονικό περίστροφο που ήταν καλυμμένο με το κεφάλι του και το δεξί του χέρι , ανήκε στο φίλο του. Δικό του ήταν και το ματωμένο μαχαίρι που βρέθηκε δίπλα στο θύμα. Ο ίδιος άνθρωπος τον βρήκε αιμόφυρτο στην αυλή του.
Το σκηνικό στον τόπο ήταν στημένο για να δείξει αυτοκτονία. Οι έρευνες όμως των αστυνομικών της Ασφάλειας Ναυπλίου και των Εγκληματολογικών Εργαστηρίων της ΕΛ.ΑΣ που ακολούθησαν οργανωμένα, έδειχναν ότι επρόκειτο για δολοφονία. Οι σφαίρες που δέχτηκε στο στήθος και στο κεφάλι, προέρχονταν από το ίδιο 32άρι περίστροφο του φίλου του. Στο μύλο όμως του όπλου βρέθηκε μόνο ένας κάλυκας. Τα ρούχα που φορούσε ήταν τρύπια από τις σφαίρες, βγαλμένα και πεταμένα δίπλα του.
Το φονικό όπλο αρχικά ήταν σε κάποιο συρτάρι του σπιτιού, η εξωτερική πόρτα του οποίου βρέθηκε κλειδωμένη. Τα κλειδιά της πόρτας ήταν στο μπρελόκ του θύματος στη μίζα της μηχανής του. Τον καπετάνιο βρήκε ο φίλος του και ιδιοκτήτης του σπιτιού αλλά Αστυνομία και γιατρός έφτασαν στον τόπο πολύ αργότερα. Κατά τη μεταφορά του στο Ιατρικό Κέντρο Κρανιδίου ο Θανάσης Λάμπρου ξεψύχησε.
Μάρτυρες που τον είδαν με τη μηχανή του μετά τις έντεκα και μισή το πρωί στον κεντρικό δρόμο που οδηγούσε στο σπίτι του φίλου του, μίλησαν στο «Τούνελ». Περιέγραψαν έναν Θανάση αναστατωμένο, που δεν ανταποκρινόταν στους χαιρετισμούς τους.
Ο ξάδελφος του που ήταν το τελευταίο άτομο που του μίλησε στο τηλέφωνο γύρω στις έντεκα και είκοσι, ανέφερε στην εκπομπή ότι ήταν στο σπίτι του ήρεμος. Άγνωστο για ποιο λόγο αμέσως μετά πήρε τη μηχανή του κι έφυγε σαν κάτι να ήθελε να ελέγξει. Το γεγονός ότι βρέθηακν στο σπίτι του το τσαντάκι, το κινητό και τα τσιγάρα που δεν αποχωριζόταν ποτέ, έδειχνε την αιφνιδιαστική φυγή του.
«Είδα το Θανάση χτυπημένο και τη μπλούζα του βγαλμένη»
Το «Τούνελ» εντόπισε έναν σημαντικό μάρτυρα που βρέθηκε στο τόπο του εγκλήματος πριν ακόμα φτάσει η Αστυνομία. Εκείνο το μεσημέρι γύρω στις δύο επέστρεφε προς το σπίτι του, στην Κοιλάδα. Είδε τον γείτονα του τον Τάκη μαζί με ένα φίλο του να στέκονται στην αυλή φανερά αναστατωμένοι. «Μιλούσαν στα κινητά τους σαν να είχε συμβεί κάτι πολύ σοβαρό. Πλησίασα, τους ρώτησα αλλά δεν μου απαντούσαν, σα να μην με έβλεπαν» είπε στο «Τούνελ» και συνέχισε. «Ο φίλος του είχε αλλάξει χίλια χρώματα. Τότε εμφανίστηκε ένας συγγενής της συζύγου του θύματος και μου είπε πήγαινε να δεις, ο Θανάσης ζει;».
Ο μάρτυρας τα ’χασε. Πήγε στην πλαϊνή πλευρά της αυλής και αντίκρισε τον Θανάση πεσμένο μπρούμυτα στο δάπεδο μέσα σε μια λίμνη αίματος. Παρατήρησε πως η κοντομάνικη μπλούζα του ήταν βγαλμένη και πεταμένη παραδίπλα.
Εκείνη τη στιγμή έφθασαν δύο περιπολικά της Αστυνομίας με μία γιατρό που έτρεξε προς την πλευρά του θύματος. Τον γύρισε ανάσκελα, διαπίστωσε πως ακόμα ανέπνεε και ζήτησε τη βοήθεια όσων βρίσκονταν εκεί για να μεταφερθεί το συντομότερο δυνατό στο Κέντρο Υγείας Κρανιδίου. Στο δρόμο εξέπνευσε.
Ο μάρτυρας που εκείνο το μεσημέρι βρισκόταν στην περιοχή, ισχυρίστηκε πως δεν άκουσε πυροβολισμούς. Τους άκουσε κάποιος άλλος γνωστός του, αλλά υπέθεσε πως προέρχονταν από όπλο κάποιου κυνηγού.
Παρέμβαση Υπουργού
Η αδελφή του θύματος έστειλε επιστολή στους αρμόδιους Υπουργούς για να επισπευτεί η έρευνα ώστε να αποκαλυφθεί η δολοφονία και να βρεθούν οι ένοχοι. Ο Υπουργός Προστασίας του Πολίτη, ενημέρωσε την οικογένεια ότι μια επιπλέον ομάδα αστυνομικών θα ερευνούσε περαιτέρω την υπόθεση. Η προανάκριση πήρε τετράμηνη παράταση, κατόπιν έγγραφης παραγγελίας του Εισαγγελέα Πρωτοδικών της περιοχής.
Η πρώτη μαρτυρία της συζύγου
Η σύζυγος του θύματος Δήμητρα Λάμπρου-Βούλγαρη, περιέγραψε αρχικά στην κάμερα του «Τούνελ» όσα έγιναν εκείνη τη μοιραία Δευτέρα 8 Δεκεμβρίου 2014.
Όπως κάθε πρωί γύρω στις οκτώ, συνόδεψε την κόρη της στο σχολείο και γύρισε στο σπίτι. Ήπιαν καφέ με τον σύζυγο της, μίλησαν για λίγο κι ετοιμάστηκε να φύγει με το αυτοκίνητο της για εξωτερικές δουλειές στο Κρανίδι. Τις τελευταίες μέρες ο σύζυγος της ήταν κρυωμένος και δεν πήγαινε στην εργασία του. Λίγο πριν φύγει τον ρώτησε αν θα έβγαινε για να πάρει μαζί της τα κλειδιά του σπιτιού κι εκείνος της απάντησε ότι δεν είχε σκοπό να πάει πουθενά και να μην αργήσει για να φάνε γύρω στη μία. Φεύγοντας από το σπίτι, σταμάτησε σε μια καφετέρια στον παραλιακό δρόμο της Κοιλάδας. Εκεί συνάντησε την αδελφή της και μια φίλη και ήπιαν καφέ. Αργότερα έβαλε βενζίνη στο αυτοκίνητο της και κατευθύνθηκε στο Κρανίδι προκειμένου να παραλάβει κάποια δέματα από μια εταιρεία κούριερ.
Όπως είπε στον ρεπόρτερ του «Τούνελ», επέστρεψε στο σπίτι γύρω στη μία παρά τέταρτο. Τα κλειδιά ήταν στην εξώπορτα κάτι που το ζευγάρι συνήθιζε. Ο Θανάσης όμως έλειπε. Αυτό της κίνησε αρχικά την περιέργεια, τον φώναξε δυο τρεις φορές , αλλά δεν έδωσε ιδιαίτερη σημασία όταν δεν πήρε απάντηση.
Αντιλήφθηκε ότι η μηχανή του έλειπε από το σπίτι, όταν γύρω στη μία και μισή έφυγε για να πάει να πάρει φαγητό από τη μητέρα της αλλά και την κόρη της από το σχολείο. Επέστρεψε και στις δύο και πέντε κάλεσε τον άνδρα της στο κινητό του τηλέφωνο που όμως ήταν απενεργοποιημένο. Ξεκίνησε με τους μαθητές της το μάθημα Αγγλικών και τον ξανακάλεσε αλλά το τηλέφωνο παρέμενε κλειστό.
Στις τρεις παρά τέταρτο της τηλεφώνησε η αδελφή της. Της είπε πως ο Θανάσης βρισκόταν στο Κέντρο Υγείας της περιοχής γιατί τον είχαν πυροβολήσει. Μέχρι τότε δεν είχε προσέξει πως το κινητό του τηλέφωνο και το τσαντάκι του βρίσκονταν σε μια πολυθρόνα στο σαλόνι του σπιτιού.
Τι είπαν η αδελφή και ο γαμπρός του
« Στην αρχή νομίζαμε ότι ήταν αυτοκτονία με τη μία σφαίρα που βρέθηκε στο θώρακα. Ο ιατροδικαστής μας είπε ότι ο Θανάσης είχε κι άλλη μια σφαίρα στο κεφάλι κι από τότε άλλαξαν όλα» είπε στην κάμερα του «Τούνελ» η αδελφή του θύματος Αθανασία Λάμπρου.
Ντυμένη στα μαύρα και με τα μάτια πρησμένα απ’το κλάμα, προσπαθούσε να μάθει την αλήθεια. «Ο αδελφός μου μπορεί να είχε μικροπαρεξηγήσεις με κάποιους, αλλά όχι σε τέτοιο βαθμό για να του κάνουν κακό. Δεν ξέρω τι συνέβαινε μέσα στο σπίτι του. Με τη σύζυγο του εδώ και καιρό είχαμε τυπικές σχέσεις.»
Γνώριζε πως ο αδελφός της είχε κλειδιά του σπιτιού του καλύτερου φίλου του, στην αυλή του οποίου βρέθηκε πυροβολημένος. Ο φίλος του τους βρήκε μετά το συμβάν, αλλά τους είπε ότι δεν ξέρει τίποτα. Απλά επέστρεψε στο σπίτι και είδε αυτό το θέαμα. Τον Θανάση να κείτεται αιμόφυρτος στην αυλή του.
Προσπαθώντας να ενώσει τα κομμάτια του παζλ ο γαμπρός του θύματος Κώστας Βοργιάς, αναρωτήθηκε ποιος ήταν ο λόγος που ώθησε τον Θανάση να φύγει από το σπίτι χωρίς να πάρει μαζί του το τσαντάκι του και το κινητό του τηλέφωνο, που δεν αποχωριζόταν ποτέ. «Πάει κάπου το μυαλό μας , αλλά δεν μπορώ να μιλήσω. Όλοι λένε πως πίσω από τη δολοφονία δεν κρύβονται οικονομικοί λόγοι, αλλά ερωτικοί. Από την Αστυνομία όμως δεν μας λένε τίποτε.» τόνισε χαρακτηριστικά.
«Οι διαφορές μου με το θύμα θα λύνονταν δικαστικά»
Το «Τούνελ» μίλησε τον άνθρωπο με τον οποίο το θύμα βρισκόταν σε αντιδικία και κατέγραψε τη δική του εκδοχή για όσα ακούγονταν στη μικρή κοινωνία της Κοιλάδας. Σύμφωνα με φήμες, η δίκη για την υπόθεση τους θα γινόταν την επομένη της δολοφονίας. Όπως ο ίδιος ξεκαθάρισε μιλώντας στην εκπομπή, η δίκη είχε προγραμματιστεί για τον Μάιο του 2015, περίπου έξι μήνες αργότερα από το φονικό.
Όπως είπε είχαν από παλιά διαφορές μεταξύ τους αλλά είχε επιλέξει να τις επιλύσει μέσω της δικαστικής οδού διεκδικώντας από το θύμα περίπου 25 χιλιάδες ευρώ. Πριν από ενάμιση χρόνο ο Λάμπρου έσπασε το παρμπρίζ του αυτοκινήτου του μάρτυρα, επειδή ήταν θυμωμένος με έναν ανιψιό του.
Ο μάρτυρας την ώρα της δολοφονίας βρισκόταν στην εργασία του στο Άργος και ενημερώθηκε για το συμβάν το απόγευμα της ίδιας μέρας.
«Ζω μόνο για τη στιγμή που θα τους πιάσουν»
Μόλις η Δήμητρα Λάμπρου ενημερώθηκε για τον τραυματισμό του συζύγου της πήρε την 10χρονη κόρη της και κατευθύνθηκε στο Κέντρο Υγείας Κρανιδίου. Εκεί ήταν μαζεμένος πολύς κόσμος και προσπαθούσε να μάθει τι είχε συμβεί. Της είπαν πως ο Θανάσης ήταν νεκρός και ξέσπασε: «δεν το πίστευα, άδειασε το μυαλό μου, νόμιζα ότι έβλεπα μια ταινία » είπε στο «Τούνελ» χαρακτηριστικά.
Σε ερώτηση του δημοσιογράφου αν σκέφτηκε ποιος μπορεί να είναι ο δράστης, εκείνη απάντησε: «Το μυαλό μου πήγε σε συγκεκριμένο πρόσωπο αλλά δεν ήμουν και εκατό τοις εκατό σίγουρη. Σκέφτηκα μήπως τσακώθηκε με ένα πρόσωπο με το οποίο είχε διαφωνίες και έγινε όλη αυτή η φασαρία.»
Αργά το βράδυ και αφού κατέθεσε στο τμήμα που είχε αναλάβει την έρευνα , αστυνομικοί τη συνόδεψαν στο σπίτι για να βρει τελικά και να τους παραδώσει το κινητό τηλέφωνο του συζύγου της.
Ο δημοσιογράφος τη ρώτησε πως αντέδρασε όταν έμαθε πως ο σύζυγος της βρέθηκε πυροβολημένος στο σπίτι του οικογενειακού τους φίλου και μάλιστα με το δικό του όπλο. Μίλησε με τον φίλο μετά το συμβάν; Εκείνη απάντησε πως δεν ήταν σε ψυχολογική θέση να επικοινωνήσει μαζί του και διατήρησε μια απόσταση γιατί δεν ήθελε να δώσει λαβές για περισσότερα σχόλια από τον κόσμο.
Στο λαιμό της φορούσε ένα μενταγιόν με το όνομα του συζύγου της. «Μπορεί να φαίνομαι λίγο ψυχρή», είπε στο «Τούνελ» αλλά έχω κλάψει πολύ και πλέον έβαλα τα αισθήματα μου στην άκρη. Αυτό που νιώθω είναι μόνο μίσος και τεράστιος πόνος. Θα νιώσω απόλαυση όταν πιάσουν τους δράστες. Γι’ αυτή τη στιγμή ζω».
Αφήστε μια απάντηση