Από τότε οι κόρες του βρίσκονται σε έναν διαρκή δικαστικό αγώνα για να δικαιωθεί η μνήμη του πατέρα τους. Έφτασαν να ζητήσουν μέχρι και εξαίρεση της έδρας σε μια δίκη με ανατροπές. Αναμένεται να ορισθεί νέα δικάσιμος με έναν κατηγορούμενο, «φίλο» του που αρνείται κατηγορηματικά την ανάμειξη του στην υπόθεση. Στα προηγούμενα δικαστήρια είχε αθωωθεί για την δολοφονία του επιχειρηματία και καταδικάσθηκε για υπεξαίρεση χρημάτων. Ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου άσκησε αναίρεση στην αθωωτική απόφαση και έτσι η δίκη θα επαναληφθεί.
Ήταν 24 Ιουνίου του 2010 όταν ο Βασίλης Χούπης έφυγε από το σπίτι του για ένα ραντεβού με τον δικηγόρο του όπως είπε στην οικιακή βοηθό. Λίγη ώρα μετά τον δολοφόνησαν με τρεις σφαίρες μέσα στο αυτοκίνητο του, μάρκας Mercedes, έξω από το εγκαταλελειμμένο στρατόπεδο της αεροπορίας στη Ριτσώνα, στο 17ο χιλιόμετρο της Παλαιάς Εθνικής οδού Χαλκίδας – Θηβών. Το πτώμα βρέθηκε σε ύπτια θέση, με τα γυαλιά ηλίου που φορούσε, σκεπασμένο με μια κουβέρτα που υπήρχε στο αυτοκίνητο για να φαίνεται ότι κοιμάται.
O μάρτυρας που άνοιξε τον δρόμο για τον εντοπισμό του δολοφονημένου επιχειρηματία, ήταν ο φύλακας του εργοστασίου απέναντι από το σημείο που βρέθηκε το αυτοκίνητο του, ο οποίος και ενημέρωσε την αστυνομία.
Την ημέρα που έφυγε από το σπίτι στη Βούλα αποδείχτηκε πως είχε ραντεβού με έναν «φίλο» του επιχειρηματία με τον οποίο είχε οικονομικές διαφορές. Το θύμα στην σύζυγό του είχε αποκαλύψει πως ο «φίλος» του χρωστούσε σχεδόν δύο εκατομμύρια και παρά τις επίμονες προσπάθειες του δεν του τα επέστρεφε.
«Ο “φίλος” του μου είπε ότι τον σκότωσαν…»
Η σύζυγος του άτυχου επιχειρηματία βρισκόταν τις ημέρες εκείνες στην Ουκρανία, από όπου κατάγεται. Στις Αρχές ισχυρίστηκε πως αναζητούσε τον άντρα της αλλά δεν τον έβρισκε.
«Τον κάλεσα και εκείνη την μέρα και την επόμενη πολλές φορές αλλά το κινητό του ήταν κλειστό και τότε ανησύχησα. Στις 28 του μήνα με πήρε τηλέφωνο ο φίλος του άντρα μου και μου είπε ότι βρέθηκε δολοφονημένος στο αυτοκίνητό του σε μέρος έξω από την Αθήνα. Αυτός είχε καλή σχέση με τον σύζυγό μου. Ο Βασίλης του είχε εμπιστευτεί χρήματα κοντά στα δύο εκατομμύρια ευρώ τα οποία δεν του τα επέστρεφε λέγοντας του ότι είχαν δεσμευτεί. Ο άντρας μου ήταν αποφασισμένος να τα πάρει πίσω όπως μου είχε πει πριν φύγω», είπε χαρακτηριστικά.
Από τότε μέχρι και σήμερα πειστήρια καταστράφηκαν σε δημόσιες υπηρεσίες και βασικά στοιχεία δεν ερευνήθηκαν. Σοκαριστική ήταν η κλοπή των πειστηρίων του εγκλήματος από το Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων Χαλκίδας που βρισκόταν στο κτήριο της «αμαρτωλής» ΔΟΥ. Την κλοπή που είχε μείνει κρυφή, αποκάλυψε το «Τούνελ» την στιγμή που η οικογένειά του ζητούσε αυτά τα αντικείμενα να επανεξεταστούν από την Διεύθυνση Εγκληματολογικών Ερευνών. Οι κόρες του ενημερώθηκαν για την εξέλιξη αυτή στον αέρα της εκπομπής.
Ένα ακόμη στοιχείο που έφερε στο φως το Τούνελ σχετίζεται με το πολυτελές αυτοκίνητο μέσα στο οποίο βρέθηκε δολοφονημένος ο επιχειρηματίας και θα έπρεπε να φυλάσσεται στον ΟΔΔΥ στα Άνω Λιόσια. Η οικογένεια του θύματος είχε ζητήσει επίσημα μέσω της εισαγγελίας το αυτοκίνητο αυτό να επανεξεταστεί από δικό τους τεχνικό σύμβουλο γιατί είχε στοιχεία που θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν. Στον ΟΔΔΥ βρέθηκε το εξωτερικό συνεργείο ερευνών της εκπομπής. Το αυτοκίνητο είχε βγει από το Tol 5, βρισκόταν εκτεθειμένο στον ανοιχτό χώρο και είχε εικόνα διάλυσης. Σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες της εκπομπής το χώρο αυτό λυμαίνονται συμμορίες που διαλύουν ακριβά αυτοκίνητα και κανείς δεν μπορεί να σταματήσει τη δράση τους.
Σημαντικά ήταν και τα στοιχεία που έφερε στο φως ο τεχνικός σύμβουλος της οικογένειας Νικόλαος Βασιλάκος, πραγματογνώμονας, συνεργάτης – εκπαιδευτής Δίωξης Ηλεκτρονικού Εγκλήματος. Προσομοίωσε την διαδρομή που ακολούθησε το θύμα από το σπίτι στη Βούλα μέχρι το σημείο όπου εντοπίστηκε δολοφονημένος έξω από το εγκαταλειμμένο στρατόπεδο της Αεροπορίας στη Ριτσώνα. Έλαβε υπόψη του, τα ηλεκτρονικά πειστήρια (στίγματα από κεραίες κινητής) τα ευρήματα στο όχημα(αποδείξεις διοδίων) αλλά και την κατάθεση του βασικού υπόπτου που είχε οικονομικές διαφορές με τον επιχειρηματία και την ημέρα εκείνη είχαν ραντεβού.
Η έρευνα του Τούνελ στη Ριτσώνα
Η κόρη του επιχειρηματία, Αγγελική Χούπη, επέστρεψε στον τόπο του εγκλήματος και περιέγραψε στην κάμερα της εκπομπής τις συνθήκες που βρέθηκε νεκρός ο πατέρας της.
«Το αυτοκίνητο ήταν για τέσσερις μέρες παρκαρισμένο. Η πρόσοψη του ήταν προς το εσωτερικό του εγκαταλελειμμένου στρατοπέδου, οπότε και τα διερχόμενα αυτοκίνητα δεν μπορούσαν να παρατηρήσουν τον πατέρα μου που ήταν νεκρός στη θέση του οδηγού,
Προφανώς το σκηνικό αυτό είχε επιλεχθεί σκόπιμα και από τον δράστη, ώστε να μην κινήσει ούτε υποψίες για τον πατέρα μου, όταν ήρθε εδώ, αλλά να μην προκαλεί και το ενδιαφέρον των διερχομένων. Αρχικά βρέθηκαν δυο αποδείξεις διοδίων, οι οποίες αποσαφήνισαν την πορεία που είχε ο πατέρας μου από το σπίτι του, ερχόμενος τελικά στον τόπο του εγκλήματός του. Φάνηκε η διέλευσή του από το Κορωπί και εν συνεχεία από τις Αφίδνες. Βρέθηκαν κάποια προσωπικά του αντικείμενα, μια κουβερτούλα που τον είχε σκεπάσει ο δολοφόνος για να μην φαίνεται και κάποια γυαλιά ηλίου, τα οποία μυστηριωδώς χάθηκαν μετά. Υπήρχε γενετικό υλικό που δεν αξιοποιήθηκε και ενδεχομένως τώρα να μπορούσε να γίνει μια πιο ενδελεχής έρευνα. Δεν ήταν ληστεία αφού το ρολόι του που ήταν μεγάλης αξίας και κάποια χρήματα που είχε πάνω του ήταν εκεί», λέει χαρακτηριστικά.
Όπως ανέφερε στο «Τούνελ» μια κλήση στο κινητό του πατέρα της στις τρεις και είκοσι έξι το μεσημέρι της 24ης Ιουνίου του 2010, την μέρα δηλαδή που βρέθηκε νεκρός, δεν απαντήθηκε.
«Θεωρούμε ότι αυτό το διάστημα ήταν ήδη νεκρός. Ο πατέρας μου βάση και της κατάθεσης της οικιακής βοηθού, αναχώρησε από την οικία του κατά τις δύο με δύο πάρα τέταρτο. Τα επόμενα στίγματα του τα βλέπουμε όταν πέρασε τα διόδια Κορωπίου στις δύο και δεκατέσσερις και στις δύο και σαράντα τα διόδια Αφιδνών με κατεύθυνση την Αθηνών Λαμίας», επισήμανε.
Η κόρη: Κατέστρεψαν πειστήρια της δολοφονίας
Η δεύτερη κόρη του επιχειρηματία Βασίλη Χούπη, Μαρία, μίλησε στο «Τούνελ», για τον πολυπράγμονα πατέρα της. Ένας άνθρωπος που είχε μπει στο χώρο των ναυτιλιακών από πάρα πολύ μικρός και λίγα χρόνια πριν δολοφονηθεί είχε δημιουργήσει μια νέα εταιρία που διαχειριζόταν πλοία και έκανε μεγάλα συμβόλαια.
«Έγινε μια έρευνα ελλιπής, το αυτοκίνητο ακόμα είναι στον ΟΔΔΥ. Ένα από τα πιο περίεργα αυτής της υπόθεσης είναι ότι καταστράφηκαν πειστήρια από το αυτοκίνητο, που ήταν πάνω δηλαδή στο νεκρό σώμα. Καταστράφηκαν κατά τη διάρκεια της πρώτης δίκης και αυτό δεν το πιστεύαμε όταν το ακούσαμε. Κατέστρεψαν τη κουβέρτα, όπου θα μπορούσε να βρεθεί DNA, τα γυαλιά που του έβαλε ο δράστης, για να φαίνεται ότι κοιμάται και τα ρούχα του. Έχουμε ήδη αιτηθεί να ερευνηθεί ο σταυρός που βρέθηκε κομμένος. Έχουμε ζητήσει να γίνει περαιτέρω έρευνα στο αυτοκίνητο, γιατί δεν έγινε ολοκληρωτική».
Το σύστημα ασφαλείας του σπιτιού του Βασίλη Χούπη και οι κάμερες δεν βρέθηκαν. Το ακόμα πιο περίεργο ήταν πως όταν η αστυνομία πήγε για έρευνα στο σπίτι του επιχειρηματία, βρήκε τραβηγμένο τον μάνταλο της πόρτας, αφήνοντας υποψίες πως κάποιος είχε μπει στο σπίτι από άλλη είσοδο.
«Το τελευταίο διάστημα πιεζόταν πολύ, δεν μπορούσε να πιστέψει ότι ο φίλος του ο παιδικός δεν του επέστρεφε τα χρήματά του και είχε μεγάλη πίεση. Ποτέ δεν περιμέναμε ότι η υπόθεση θα πάρει τόσα πολλά χρόνια, με τόσα πολλά στοιχεία».
Τι είπε στις Αρχές ο «φίλος» και κουμπάρος για το μοιραίο ραντεβού…
Ο «φίλος» του Βασίλη Χούπη που βρέθηκε κατηγορούμενος, μεταξύ άλλων είχε πει στις Αρχές:
«Βρεθήκαμε στο σπίτι του στις 23/6 και του έδωσα 10.000. Αυτά τα χρήματα αφορούσαν σε ένα δάνειο που μου είχε δώσει το οποίο του το είχα σχεδόν αποπληρώσει. Έμενε ένα μικρό υπόλοιπο. Έτσι κλείσαμε ραντεβού για την επόμενη μέρα και μου είπε να βρεθούμε στο Αρτόπολις στην Κηφισιά. Ήταν ένα μέρος που ξέραμε και οι δύο. Πήγα πρώτα εγώ και εκείνος άργησε κανά 20λεπτο. Συναντηθήκαμε δύο με δυόμιση. Καθίσαμε μαζί ένα-δύο λεπτά του έδωσα τα χρήματα και έφυγε. Νομίζω ότι είχε και άλλους στο αυτοκίνητο αλλά ήρθε μόνος του στο ραντεβού. Εγώ πιστεύω ότι σε αυτούς πήγαν τα χρήματα που του έδωσα».
«Πέσανε όλοι πάνω μου και αυτοί που τον σκότωσαν χορεύουν…»
Το Τούνελ εντόπισε τον κατηγορούμενο ο οποίος στην τηλεφωνική επικοινωνία τόνισε ότι δεν είχε πάρει κανένα κοντρόλ από το γκαράζ του και δεν είχε πάει καθόλου σπίτι του.
Στη συνέχεια όμως παραδέχθηκε ότι πήγε στο σπίτι του αγνοούμενου τότε Χούπη (δεν είχε βρεθεί ακόμα η σορός του) για να βγάλει ένα γατάκι που ήταν μέσα καθώς το ζήτησε η σύζυγος του, που βρισκόταν στην Ουκρανία και δεν υπήρχε κανείς να το φροντίσει.
«Το γατί πήγα και έβγαλα. Το λυπήθηκα γιατί μου έλεγαν ότι θα ψοφήσει και βρέθηκα μπλεγμένος. Έπεσαν όλοι πάνω μου και αυτοί που τον σκότωσαν τώρα χορεύουν…», λέει χαρακτηριστικά.
Τα κλειδιά του σπιτιού ισχυρίστηκε ότι του τα έδωσε αστυνομικός του Τμήματος Βούλας που ήταν ενήμερος για αυτή του την επίσκεψη, αλλά η μαρτυρία άλλου φίλου του θύματος, τον «καίει»…
«Εγώ του έδωσα τα κλειδιά…»
Ο στενός φίλος του Βασίλη Χούπη, ο οποίος είχε δηλώσει την εξαφάνιση του, μίλησε στην εκπομπή για όλα όσα συνέβησαν τότε.
«Με πήρε η γυναίκα του από την Ουκρανία όπου βρισκόταν για να πάω να δηλώσω την εξαφάνιση. Πήγαμε με το περιπολικό στο σπίτι, φωνάξαμε κλειδαρά που άνοιξε την πόρτα. Μπήκαμε μέσα, κοιτάξαμε παντού να δούμε αν ήταν ο Βασίλης, γιατί τότε θεωρείτο αγνοούμενος. Την πήρα τηλέφωνο, της λέω είναι ένα γατάκι μέσα και από την πείνα νιαούριζε. Πήρα τα κλειδιά, γιατί είπε στους αστυνομικούς να τα δώσουν σε μένα. Δεν ήθελα όμως να τα κρατήσω και την ενημέρωσα σχετικά. Τότε αυτή μου είπε πως θα επικοινωνήσει μαζί μου ένας άλλος φίλος και κουμπάρος του και να τα δώσω σε αυτόν. Τον συνάντησα και του παρέδωσα τα κλειδιά. Τι έκανε από εκεί και πέρα δεν ξέρω».
Όπως λέει ο μάρτυρας, δεν ήξερε αυτόν τον κουμπάρο και ο Βασίλης Χούπης δεν του είχε πει ποτέ κάτι για αυτόν.
Για το σπίτι του δολοφονημένου, ανέφερε ότι είχε πολλές εξόδους, από όπου θα μπορούσε κάποιος, αν βρισκόταν μέσα και έψαχνε διάφορα, να φύγει.
«Τι μου αποκάλυψε πριν τον σκοτώσουν…»
Στο «Τούνελ» μίλησε ένας ακόμη φίλος του άτυχου επιχειρηματία Βασίλη Χούπη, που τους έδενε η αγάπη για την θάλασσα.
«Ήταν ένας άνθρωπος χαμογελαστός και ιδιαίτερα ικανός στην δουλειά του. Είχε μεγάλη επιχείρηση στο χώρο της ναυτιλίας και μίσθωνε πλοία για τρίτους. Δύο όνειρα είχε. Να μπορεί να ταξιδεύει με το σκάφος του και να κάνει ένα δίσκο με μουσική που θα τραγουδάει ο ίδιος. Ήταν ευαίσθητος…», λέει χαρακτηριστικά.
Με δάκρυα στα μάτια περιέγραψε τα όσα έκαναν μαζί και τις βόλτες τους με το σκάφος.
«Την τελευταία φορά που τον είδα ήταν αγχωμένος όσον αφορά τα οικονομικά του. Μου είπε ότι τα λεφτά που είχε επενδύσει σε μια πλατφόρμα, τα έχασε γιατί η εταιρεία έκλεισε. Αυτό τον είχε τσακίσει και οικονομικά και ψυχολογικά. Ζητούσε από κάποιον που του είχε δώσει λεφτά να του τα επιστρέψει και δεν έβρισκε ανταπόκριση».
«Έβαλε σιδεριές και αλεξίσφαιρα τζάμια…»
Στην κάμερα του Τούνελ μίλησε και μια γειτόνισσα του Βασίλη Χούπη, τονίζοντας πως κάτι φοβόταν.
«Είχε βάλει αλεξίσφαιρα παράθυρα. Ήταν πάντα τα παντζούρια κατεβασμένα το τελευταίο διάστημα και δεν έβγαινε καθόλου από το σπίτι του. Φαινόταν σαν κάποιος να τον απειλούσε. Είχα μάθει κάποια πράγματα, ότι είχε δραστηριότητες στη ναυτιλία, από εκεί και πέρα δεν ήξερα κάτι συγκεκριμένο. Είχαν καβγάδες με τη σύζυγό του, καθημερινούς καυγάδες, κυρίως για οικονομικά θέματα. Το σπίτι είναι σφραγισμένο από τότε που δολοφονήθηκε. Ήρθε η αστυνομία και το σφράγισε».
Αφήστε μια απάντηση