Το Β΄ Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο Αθηνών, στο οποίο εκδικάζεται η υπόθεση της απαγωγής και δολοφονίας του άτυχου νέου, απέρριψε το αίτημα του δικηγόρου του βασικού κατηγορούμενου να επανεξεταστεί το αυτοκίνητο του 26χρονου, στο οποίο αποκαλύφθηκε το αίμα του.
Την Τρίτη κατέθεσαν δύο εξαδέλφες του θύματος και ένας φίλος του.
Η πρώτη μάρτυρας ισχυρίστηκε πως η σύζυγος του φερόμενου ως εγκέφαλου και μία από τους οκτώ κατηγορούμενους, ρωτούσε αδιάκοπα τη μητέρα του Μάριου, αν είχε συγκεντρώσει τα χρήματα που της ζητούσαν οι απαγωγείς. Όπως είπε, απαιτούσε επίμονα να μάθει για ποιο λόγο η Βαρβάρα Θεοδωράκη δεν πήγαινε σε συγκεκριμένη τράπεζα προκειμένου να αποδεσμεύσει ένα μεγάλο χρηματικό ποσό, για τα λύτρα. Μετέφερε ακόμα στο δικαστήριο πως η σύζυγος του βασικού κατηγορούμενου, διαβεβαίωνε την οικογένεια ότι «ο Μάριος είναι σε καλά χέρια».
Στη συνέχεια εξετάστηκε η δεύτερη μάρτυρας εξαδέλφη και αυτή του Μάριου. Σύμφωνα με τα όσα κατέθεσε, ο βασικός κατηγορούμενος θα πήγαινε το αμάξι του Μάριου για πλύσιμο πριν το εξετάσει η Αστυνομία. Ισχυριζόταν στη μητέρα του ότι ο Μάριος θα στεναχωριόταν αν γυρνούσε και το έβλεπε βρώμικο.
Η σύζυγος του φερόμενου ως εγκέφαλου, δεν παραβρέθηκε στο δικαστήριο. Εκπροσωπήθηκε από το δικηγόρο της, ο οποίος υποστήριξε ότι η πελάτισσα του ήταν πειθήνιο όργανο του βασικού κατηγορούμενου.
Ο Μάριος την ημέρα που χάθηκε, είχε πει στη μητέρα του ότι θα συναντούσε ένα φίλο του για καφέ στο Αίγιο. Ο ίδιος που κατέθεσε στο δικαστήριο είπε ότι την συγκεκριμένη ημέρα δεν βρέθηκαν. Είχε όμως αντιληφθεί ότι το τελευταίο διάστημα πριν εξαφανιστεί ο Μάριος, φαινόταν να είναι ιδιαίτερα πιεσμένος.
Όταν τελείωσε η δίκη οι αστυνομικοί κλείδωσαν τον κόσμο στην αίθουσα, προκειμένου να αποχωρήσει από το δικαστήριο ο βασικός κατηγορούμενος, γεγονός που προκάλεσε αντιδράσεις.
Η δίκη διακόπηκε για τις 24 Φεβρουαρίου.
Αφήστε μια απάντηση