Δεν αποκάλυψε που πέταξε το πτώμα του Μάριου…

Όλοι περίμεναν στο δικαστήριο την απολογία του “εγκέφαλου” μήπως “σπάσει” και αποκαλύψει που πέταξε το πτώμα του άτυχου Μάριου. Εκείνος συνεχίζοντας τα γνωστά του παραμύθια ισχυρίστηκε για μια ακόμα φορά ότι “ο Μάριος Παπαγεωργίου είναι στο εξωτερικό και διασκεδάζει…”.

Ο «εγκέφαλος»  στην προηγούμενη συνεδρίαση του Μικτού  Ορκωτού Εφετείου Αθηνών αρχικά δεν εμφανίστηκε για να απολογηθεί, επικαλούμενος λόγους υγείας, κάτι που εξέπληξε ακόμα και τον δικηγόρο του.

Η ‘Εδρα τελικά διέταξε τη βίαιη προσαγωγή του προκειμένου να βεβαιωθεί ότι η επίκληση της ασθένειας του δεν ήταν προσχηματική. Μέχρι να εμφανιστεί ενώπιον του δικαστηρίου, δύο ακόμη κατηγορούμενοι ολοκλήρωσαν  τις απολογίες τους.

Με την έναρξη της διαδικασίας το πρωί της Τετάρτης 8 Μαΐου,  ο βασικός κατηγορούμενος ξεκίνησε την απολογία του σχεδόν ψιθυρίζοντας,  με αποτέλεσμα  οι φροντιστές να τοποθετήσουν μικρόφωνα μπροστά του για να ακουστεί στο ακροατήριο.

“Ουδέποτε έκανα κάποια παραβατική πράξη. Ήμουν οδηγός ασφαλείας για 52 χρόνια και δεν έχω κάνει κανένα αδίκημα. Την κυρία Θεοδωράκη την είδα μια φορά το 2000 και άλλη μία το 2004 γιατί η σύζυγος αντιμετώπιζε ένα πρόβλημα με τα μάτια της.  Έκτοτε δεν είχαμε καμία άλλη σχέση. Μια συγγενής της μας είπε πως ήθελε να μου μιλήσει. Όταν πήγα να τη βρω μου είπε να παρακολουθήσω τον γιο της, γιατί είχε μπλέξει με τους φίλους του…“, είπε.

Στη συνέχεια τόνισε πως απλώς εξυπηρετούσε την οικογένεια της μητέρας του θύματος και περιέγραψε τον Μάριο σαν ένα νέο που ξενυχτούσε και γυρνούσε ξημερώματα. Ανέφερε πως  το 2011 είχε τσακωθεί με την μητέρα και την γιαγιά του όσο βρίσκονταν οικογενειακώς στη Μάνη και είχε εξαφανιστεί και πάλι για ένα διάστημα.

Χωρίς ειρμό στα λεγόμενα του τόνισε στο δικαστήριο πως το θύμα τον αποκαλούσε συχνά  “πατέρα” και είχαν μια εξαιρετική σχέση. Για το επίμαχο βράδυ που ο Μάριος εξαφανίστηκε, χωρίς να είναι συγκεκριμένος ανέφερε πως ο νέος  μπήκε σε ένα αυτοκίνητο μάρκας BMW με κάτι “γνωστούς” του και πως του ζήτησε να συναντήσει για κάποιο λόγο που δεν διευκρίνισε έναν ακόμη κατηγορούμενο στο Τροκαντερό! Για τον συγκεκριμένο κατηγορούμενο είπε πως τηλεφώνησε με δική του πρωτοβουλία στην μητέρα του θύματος καθώς εκείνος δεν είχε σκοπό να κάνει κάτι τέτοιο!

Όταν ρωτήθηκε από τους δικαστές για συγκεκριμένα συμβάντα που αναφέρονται στη δικογραφία για εκείνη τη νύχτα, αρνήθηκε τα πάντα. Αρνήθηκε ακόμα και την επιχείρηση απαγωγής της Βαρβάρας Θεοδωράκη και έριξε όλες τις ευθύνες σε συνεργό του που πρωτόδικα καταδικάστηκε για τη συμμετοχή του στην απόπειρα απαγωγής της μητέρας του Μάριου.

Το ίδιο ασυνάρτητα μίλησε και για την ημέρα της σύλληψης του:

“Ξαφνικά έγινε. Έμεινα στη ΓΑΔΑ σαράντα τρεις μέρες. Ο πρώτος μου δικηγόρος μου είχε συστήσει να πω πως έχω συσκευές παρακολούθησης… Εγώ ποτέ δεν πίστεψα πως ο Μάριος και η Βαρβάρα δεν συναντιούνται…  Ορκίζομαι, ότι ο Μάριος όπως ο ίδιος μου είχε πει το 2009, είναι στην Ολλανδία ή στην Αμερική. Δεν ήθελε να παρουσιαστεί στον στρατό… Είμαι σίγουρος ότι το 2012 έκανε χρήση ναρκωτικών “.

Με απίστευτο θράσος πρόβαλε ένα νέο σενάριο ενώπιον του δικαστηρίου, λέγοντας πως την νύχτα που ο Μάριος εξαφανίστηκε, ήταν οι δυο τους στο Τροκαντερό και το θύμα του μίλησε για το σχέδιο του να αρπάξει πεντακόσιες χιλιάδες ευρώ από μια ηλικιωμένη θεία του, υπονοώντας πως “στο κόλπο” ήταν και η μητέρα του! Εν μέσω των παράλογων ισχυρισμών του είπε ακόμα “πως είναι πολύ περίεργο το γεγονός πως εντοπίστηκε αίμα του Μάριου,  ενώ το αμάξι του φυλασσόταν σε γκαράζ συγγενικού του προσώπου”!

Σε ερώτηση της Προέδρου που πιστεύει ότι είναι το πτώμα του Μάριου, απάντησε:

“Όχι! Δεν υπάρχει περίπτωση! Όχι δυσάρεστα για τον Μάριο! Ο Μάριος είναι στην Ολλανδία ή στην Αμερική!”

Άμεσες ήταν οι αντιδράσεις συγγενών του άτυχου νέου, που ξέσπασαν φωνάζοντας : «Είσαι δολοφόνος, βρυκόλακας. Πες, πού είναι ο Μάριος…».

Ο ίδιος δεν έδωσε καμία συγκεκριμένη απάντηση όταν η Εισαγγελέας του ζήτησε να εξηγήσει γιατί είπε ότι παρακολουθούσε τη μητέρα του θύματος για να δει αν θα εμφανιστεί ο Μάριος, ενώ είχε καταθέσει ότι είχε σχεδιάσει να της πάρει τα χρήματα όταν εκείνη θα ήταν πεζή και θα την έβαζε σε ένα κλειστό φορτηγάκι. Η Εισαγγελέας συνέχισε με βομβαρδισμό ερωτήσεων σε μια προσπάθεια να μην τον αφήσει να επεκταθεί σε ασυναρτησίες, επικαλούμενη προηγούμενες καταθέσεις και τηλεφωνικές συνομιλίες του, χωρίς όμως αποτέλεσμα.

Ο κατηγορούμενος ισχυρίστηκε πως δεν γνωρίζει τίποτα για τα όσα ακούστηκαν σε τηλεφωνικές του συνομιλίες για το ταξίδι που έκαναν συγκεκριμένα άτομα με φορτηγάκι που μετέφερε “κάρβουνα”. Για να δικαιολογήσει μάλιστα τις αντιφάσεις του σχετικά με τις αρχικές του καταθέσεις, είπε με περίσσιο θράσος:

“Δεν ξέρετε ποιος τα γράφει αυτά; Ο Σ… (υπονοώντας τον τότε Διευθυντή Εγκλημάτων κατά Ζωής που ερευνούσε την υπόθεση), που είναι αδελφός της κυρίας! (υπονοώντας τη μητέρα του Μάριου)”.

Τότε, ένας από τους εφέτες  του  είπε:

“Υπάρχει ένας ποιητής μεγάλος, ο Τίτος Πατρίκιος. Κατά τη διάρκεια της δίκης έτυχε κι έγραψε ένα δοκίμιο με τίτλο “Η αλήθεια και το ψέμα”.  Λέει ότι το ψέμα μπορεί να πάρει πολλές μορφές και μία από αυτές είναι να δημιουργεί “νέες αλήθειες”. Όμως η αλήθεια είναι δυνατή και στο τέλος θα θριαμβεύσει. Θέλω τώρα να μας πείτε την αλήθεια και όχι “νέες” αλήθειες”.

Ο “εγκέφαλος” επιμένοντας στην σκληρή του στάση, ολοκλήρωσε την απολογία του ισχυριζόμενος πως όλα αυτά τα είπε μετά από παρότρυνση του τότε νομικού του εκπροσώπου.

Αμέσως μετά, ξεκίνησε την απολογία του ο τελευταίος κατηγορούμενος στην υπόθεση. Ανέφερε πως ο “εγκέφαλος” τον είχε ειδοποιήσει αρχές Αυγούστου του 2012 ότι τον ήθελε για να τον βοηθήσει με ένα συγγενικό του πρόσωπο.

“Μου είχε πει πως πρόκειται για ένα παιδί που έχει μπλέξει και κρυβόταν σε ένα σπίτι για να μην τον σκοτώσουν. Μου εξήγησε πως οργάνωνε μια εικονική απαγωγή προκειμένου να πάρουν χρήματα από την μητέρα του για να τα δώσει το παιδί σε εμπόρους στους οποίους χρωστούσε. Από εμένα ζήτησε να κάνω τα τηλεφωνήματα στη μητέρα του”, είπε χαρακτηριστικά.

Ο ίδιος περιέγραψε με σαφήνεια και λεπτομέρειες την διαδικασία των συγκεκριμένων τηλεφωνημάτων προς την μητέρα του θύματος, διαψεύδοντας σε πολλά σημεία τους ισχυρισμούς του βασικού κατηγορούμενου. Απαντώντας σε σχετικές ερωτήσεις της έδρας, ανέφερε πως η σύζυγος του “εγκέφαλου” ήταν εκείνη που τον ειδοποιούσε  για να συναντηθεί μαζί του. Λίγο πριν ολοκληρώσει, απευθύνθηκε στον “εγκέφαλο” και του είπε σε έντονο ύφος:

“Εσύ φταις για όλα. Μας κορόιδεψες όλους. Εσύ σκότωσες το παιδί από την πρώτη στιγμή… Πες που είναι το πτώμα του…”. Στη συνέχεια δήλωσε μετανιωμένος και ζήτησε συγγνώμη από την οικογένεια του θύματος.

Με ιδιαίτερο ενδιαφέρον αναμένονται στην επόμενη συνεδρίαση την Τρίτη 11 Ιουνίου, οι  προτάσεις της Εισαγγελέως τόσο για τους κατηγορούμενους, αλλά και για τυχόν εμπλοκή τρίτων προσώπων.

Δείτε καρέ – καρέ όλες τις εξελίξεις της δίκης σε δεύτερο βαθμό, αλλά και τη βαθιά έρευνα του «Τούνελ» εδώ.

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *