«Εξεπλάγην όταν έμαθα για το θάνατο της αδελφής μου. Στην αρχή έπαθα σοκ. Βρέθηκε λίγα μέτρα από το μαντρί πεθαμένη κάτω από μία ελιά. Μου έδωσαν την αίσθηση ότι ήταν ένας φυσιολογικός θάνατος από παθολογικά αίτια. Είπα να καλέσουν ένα ασθενοφόρο και την αστυνομία αφού βρέθηκε σε εξωτερικό χώρο. Πήγε το ασθενοφόρο, διαπίστωσαν το θάνατο και στη συνέχεια κάλεσαν ιατροδικαστή. Έπρεπε να γίνει νεκροψία για να διαπιστωθούν τα αίτια. Από το γραφείο τελετών που καθυστερούσαν να παραλάβουν τη σορό, μου είπαν εν ψυχρώ πως πρόκειται για ανθρωποκτονία. Εκείνη την ώρα τρελάθηκα. Το πρώτο πράγμα που έκανα ήταν να πάρω τον ανιψιό της που είχαμε επικοινωνία. Του λέω “δεν πιστεύω να μας έκανε τίποτα ο θείος…” Με το ιστορικό που υπάρχει, φοβήθηκα. Το μυαλό μου εκεί πήγε γιατί τη φοβέριζε και τη χτυπούσε», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Ο ίδιος την περιγράφει ως έναν άνθρωπο χαμηλών τόνων, που παντρεύτηκε πολύ μικρή και ήταν μία ολόκληρη ζωή μαζί με τον σύζυγό της, κοντά πενήντα χρόνια. Στο ερώτημα της δημοσιογράφου γιατί δεν έφευγε από το σπίτι για να γλιτώσει τυχόν κακοποιητικές συμπεριφορές, απάντησε:
«Είχε φύγει πολλές φορές από το σπίτι λόγω του κακοποιητικού περιβάλλοντος, αλλά πάντα τα ξαναέβρισκαν και μετά από λίγο φτου και πάλι από την αρχή τα ίδια. Ίσως το γεγονός ότι δεν είχαν κάποιο άλλο ενδιαφέρον και δεν έκαναν παιδιά, να προκαλούσε και τις εντάσεις μέσα στο σπίτι…»
Αφήστε μια απάντηση