«Η ξαδέλφη μου ζούσε πολλά χρόνια στην Ελλάδα και έκανε διάφορες δουλειές. Αποφάσισε να έρθει στην Κρήτη για να είναι κοντά μας, μιας και είμαστε εδώ οι περισσότεροι συγγενείς. Είχε ένα σοβαρό πρόβλημα υγείας στο παρελθόν, όμως σιγά – σιγά το ξεπέρασε. Μία ημέρα τηλεφώνησε στο γραφείο ευρέσεως εργασίας και τους ζήτησε δουλειά. Είπε στον ξάδελφό της που τη φιλοξενούσε στην Ιεράπετρα πως θα πήγαινε στο Ηράκλειο για να εργαστεί κι εκείνος την παρότρυνε να επιστρέψει εάν τελικά δεν βρει κάτι.»
Αναφέρθηκε και στο περιστατικό που εκτυλίχθηκε με την υπεύθυνη του γραφείου, ωστόσο η εκδοχή είναι διαφορετική από αυτή που παρουσίασε η ίδια στην κάμερα του «Τούνελ».
«Στις 24 Ιουνίου το απόγευμα με ενημέρωσαν τα ξαδέλφια μου πως την καλούσαν στο κινητό και το είχε απενεργοποιημένο. Έψαξα την υπεύθυνη του γραφείου και μου εξήγησε πως άφησε τα πράγματά της και μετά επέστρεψε πάλι εκεί δύο ημέρες αργότερα, την Τετάρτη 22 Ιουνίου. Η ιδιοκτήτρια αρνήθηκε να της προσφέρει δουλειά και την έδιωξε. Εκείνη επέμενε πως ήθελε να εργαστεί και ακολούθησε μία μικρή διαμάχη. Γυρίζοντας η υπεύθυνη για να καλέσει την αστυνομία, η ξαδέλφη μου έφυγε.»
Αυτό που δημιουργεί σύγχυση είναι το εάν πέρασε μία φορά από το γραφείο, όπως είπε στην κάμερα της εκπομπής η ιδιοκτήτρια ή δύο όπως ανέφερε στην ξαδέλφη της αγνοούμενης.
«Η υπεύθυνη του γραφείου όταν μιλήσαμε στο τηλέφωνο, με ενημέρωσε πως τα πράγματά της ήταν εκεί και πως μπορούσαμε να πάμε να τα πάρουμε. Δεν βρήκαμε κάτι περίεργο μέσα σε αυτά, ούτε κάποιο σημείωμα, ούτε εμείς, ούτε η αστυνομία που τα έψαξε», ανέφερε χαρακτηριστικά η κυρία Βάσια.
Αφήστε μια απάντηση