«Υπήρχαν σημάδια τελετουργικού. Είμαι σίγουρη ότι ήταν με κάποιον άλλον. Στο σπίτι υπήρχαν μόνο δυο καρέκλες κουζίνας οι οποίες ήταν τοποθετημένες αντικριστά. Κάτι που δεν ήταν τις προηγούμενες μέρες εκεί. Υπήρχαν και περίεργα σημειώματα τα οποία είδα εκ των υστέρων. Δεν είχα ξαναδεί λιωμένα κεριά όπως αυτά που είχε πάνω στην τραπεζαρία. Κάποιος με αυτό που έκανε στον Νικόλα μου τον οδήγησε στον θάνατο.», λέει χαρακτηριστικά
Για το πρωινό εκείνο της 14ης Ιουλίου μίλησε και πάλι η μητέρα του άτυχου Νικόλα.
«Εγώ έφυγα κατά τις 6μιση από το σπίτι αλλά δεν ανέβηκα πάνω. Μιλήσαμε περίπου στις 9 παρά δέκα αλλά εκείνη την στιγμή ένιωσα σαν να του μιλούσε κάποιος και του αποσπούσε την προσοχή. Μετά κατέβηκε κάτω κατά τις 10 και τέταρτο στο σπίτι της μαμάς μου. Κάλεσε η θεία μου και το σήκωσε ο Νικόλας. Πρωινό δεν έφαγε και ανέβηκε πάλι πάνω. Η κλειδωμένη πόρτα και όλα τα άλλα που συνέβησαν, δεν τα έκανε αυτός. Ήταν χέρι ξένο.»
Δηλώνει πως οι Αρχές δεν κατάφεραν να κινητό του λόγω έλλειψης χρόνου και επειδή δεν είχαν τον ξεκλειδώσουν το αριθμό πουκ.
«Αν δεν μπορούσαν να το ανοίξουν να μου το έδιναν εμένα. Ξέρω ότι οι πληροφορίες της κάρτας πουκ ήταν μέσα στην θήκη του τάμπλετ του. Το τάμπλετ το έχουν οι Αρχές για έρευνα. Κακώς που τόσο καιρό το έχουν αφήσει έτσι. Αυτός που το έκανε αυτό είναι εκεί έξω και κυκλοφορεί ανάμεσα στα παιδιά μας. Όσο ζω θα ψάχνω να τον βρω…», καταλήγει.
Αφήστε μια απάντηση