Μ’ αυτά τα λόγια της Προέδρου ξεκίνησε το πρωί της Τετάρτης 3 Ιουλίου, η τελευταία συνεδρίαση του Μικτού Ορκωτού Εφετείου Αθηνών, όπου ανακοίνωσε την απόφαση για την πολύκροτη υπόθεση απαγωγής και δολοφονίας του Μάριου Παπαγεωργίου.
Ο άνθρωπος που έστησε την απαγωγή του άτυχου νέου και εξαφάνισε τη σορό του, κρίθηκε όπως και πρωτόδικα, ομόφωνα ένοχος για την ανθρωποκτονία του κι ας μην έχει βρεθεί μέχρι σήμερα το πτώμα του.
Του επεβλήθη η ποινή της ισόβιας κάθειρξης για ανθρωποκτονία από πρόθεση, δεκαπέντε έτη για αρπαγή κατά συναυτουργία, οκτώ έτη για απόπειρα εκβίασης και πέντε έτη για σύσταση συμμορίας. Μετά τις συγχωνεύσεις η ποινή συνολικά για τα παραπάνω αδικήματα πλην της ανθρωποκτονίας, φτάνει τα είκοσι έτη.
Η έρευνα της Αγγελικής Νικολούλη και τα στοιχεία που έφερε στο φως, συνέβαλλαν στο να αλλάξει πρωτόδικα το κατηγορητήριο για τον «εγκέφαλο» και να καταδικαστεί σε ισόβια κάθειρξη για την δολοφονία του Μάριου. Καθοριστική ήταν η κατάθεση της ως μάρτυρας κατηγορίας και στο Εφετείο.
Ομόφωνη ήταν η καταδίκη ακόμη δύο κατηγορουμένων για σύσταση συμμορίας και για τον τέταρτο εμπλεκόμενο για απόπειρα εκβίασης. Ο δεύτερος κατηγορούμενος καταδικάστηκε σε ποινή τριών ετών και οι δύο τελευταίοι σε τρία και δύο έτη αντίστοιχα.
“Διώξεις σε νέα πρόσωπα και συγγενείς του “εγκέφαλου”…”
Στη συμπληρωματική της πρόταση η Εισαγγελέας ανέφερε πως προκύπτουν ενδείξεις για άσκηση ποινικών διώξεων σε νέα πρόσωπα, που φέρονται να έχουν εμπλοκή στην υπόθεση.
Ζήτησε να παραπεμφθεί η δικογραφία στον αρμόδιο Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών για να διερευνήσει τα στοιχεία που προέκυψαν κατά την ακροαματική διαδικασία.
Πρότεινε την άσκηση δίωξης εναντίον τριών στενών συγγενών του βασικού κατηγορούμενου, αλλά και σε βάρος έξι ακόμα ατόμων για ανθρωποκτονία σε ήρεμη ψυχική κατάσταση και αρπαγή κατά συναυτουργία.
Τα πρόσωπα αυτά όπως είχε πρώτο αποκαλύψει το “Τούνελ”, φέρονται να συμμετείχαν στην πρώτη ομάδα που σύστησε ο “εγκέφαλος” της απαγωγής και της δολοφονίας του Μάριου και που μέχρι σήμερα δεν είχαν κατηγορηθεί.
Οι εξελίξεις αυτές προκάλεσαν μεγάλη ένταση στο ακροατήριο που επιδοκίμασε με θερμά χειροκροτήματα την συμπληρωματική πρόταση της Εισαγγελέως, αλλά και την οργή της τραγικής μάνας του θύματος, που για μια ακόμα φορά φώναζε προς τον κατηγορούμενο:
“Δολοφόνε, πες που είναι το παιδί μου!”.
Στο τέλος της δίκης ξέσπασε σε λυγμούς, ευχαριστώντας την Εισαγγελέα:
“Το παιδί μου δικαιώθηκε! Με τη βοήθεια του Θεού, τώρα θα μάθουμε επιτέλους την αλήθεια…”
Απόφαση σταθμό για την Ελληνική Δικαιοσύνη χαρακτήρισε την εξέλιξη ο νομικός εκπρόσωπος της οικογένειας του θύματος Νίκος Ρουσσόπουλος. Σε δηλώσεις του στο “Τούνελ”, τόνισε:
“Είναι η μόνη φορά που ένα Εφετείο ζήτησε διώξεις σε τόσα πολλά άτομα που είχαν διαφύγει από την προανάκριση της ΕΛ.ΑΣ. και που δεν εκλήθησαν ούτε καν ως μάρτυρες. Το δικαστήριο αξιολόγησε τα στοιχεία και όχι μόνο δεν αναγνώρισε κανένα ελαφρυντικό στον βασικό κατηγορούμενο, αλλά ζήτησε τη διενέργεια έρευνας για την τυχόν εμπλοκή στην ανθρωποκτονία του Μάριου, τόσο νέων προσώπων όσο και των αστυνομικών γιων και της συζύγου του εγκέφαλου .”.
Εισαγγελέας: Κανένα ελαφρυντικό. Επιβολή της εσχάτης των ποινών…
Ο συνήγορος υπεράσπισης του βασικού κατηγορούμενου Μανώλης Αναστασάκης στην έναρξη της διαδικασίας, προσκόμισε άρθρα του Νέου Ποινικού Κώδικα, προκειμένου να αναγνωριστούν στον εντολέα του ελαφρυντικά σύννομου βίου, καλής διαγωγής σε συνθήκες κράτησης και καθυστέρησης απονομής δικαιοσύνης.
«Η διαδικασία του Εφετείου ξεκίνησε τον Σεπτέμβριο του 2016 και φτάσαμε στις 3 Ιουλίου του 2019. Κατά συνέπεια ο κατηγορούμενος σύμφωνα με τον Νέο Ποινικό Κώδικα έχει δικαίωμα να παραπονιέται. Αν πληρούνται οι προϋποθέσεις είτε έχει κάνει ανθρωποκτονία , είτε όχι, δικαιούται τα ελαφρυντικά σύμφωνα με τον νομοθέτη. Δεν πρέπει να σκεφτείτε ότι «θα βγει, ενώ είναι δολοφόνος», ανέφερε ο κ. Αναστασάκης.
Επικαλούμενοι άρθρα του νέου Ποινικού Κώδικα ελαφρυντικά ζήτησαν και οι συνήγοροι των άλλων κατηγορουμένων. Για τον δεύτερο, ο δικηγόρος του τόνισε πως “συνετέλεσε με όλες του τις δυνάμεις για να αρθούν οι συνέπειες της πράξης του”, ενώ για τους δύο τελευταίους οι συνήγοροι τους ζήτησαν να τους αναγνωριστούν η καλή τους διαγωγή, η απεξάρτηση από ουσίες, η εύρεση εργασίας και το ελαφρυντικό της μεταμέλειας.
Ακολούθως τον λόγο πήρε η Εισαγγελέας:
“Αποστολή του ποινικού Δικαίου είναι η εμπέδωση της κοινωνικής ειρήνης. Παρ΄όλα αυτά μας ενδιαφέρει και ο σωφρονισμός. Η ποινή έχει ρόλο να προφυλάσσει την κοινωνία από τις πράξεις του καταδικασθέντα. Το γεγονός του πρότερου έντιμου βίου και του λευκού ποινικού μητρώου δεν αρκεί, όταν εντοπίζονται σημαντικά στοιχεία για την αμφισβήτηση του ανεπίληπτου προηγούμενου βίου. Ο βασικός κατηγορούμενος είχε μπει σε μηχανισμό ανταλλαγής εξυπηρετήσεων με συγκεκριμένα άτομα, για να εξασφαλίσει ότι τα είχε υπό τον έλεγχο του. Δεν ξέρουμε πως ζούσε δεκαπέντε χρόνια πριν το έγκλημα, προσέγγιζε μοναχικές γυναίκες, εκμεταλλεύτηκε ένα παιδί που μεγάλωσε χωρίς πατέρα… Στο πρόσωπο του 78χρονου υπήρχε ροπή προς αντικοινωνική συμπεριφορά. Είχε κατ’ επίφαση σύννομο βίο. Προξένησε βαρεία προσβολή στο ύψιστο έννομο αγαθό της ανθρώπινης ζωής. Η μόνη δίκαιη ποινή για όλους τους κατηγορούμενους, είναι η επιβολή της εσχάτης των ποινών. Κανένα ελαφρυντικό δεν πρέπει να αναγνωριστεί”.
Το ακροατήριο τότε ξέσπασε σε χειροκροτήματα, ενώ ο συνήγορος υπεράσπισης του “εγκέφαλου”, είπε:
“Η Εισαγγελέας αγνοεί τον νέο Ποινικό Κώδικα, αναφέρθηκε πολλές φορές στον παλιό…”.
Μετά από μια μικρή διακοπή το Δικαστήριο αναγνώρισε μόνο το ελαφρυντικό του πρότερου έντιμου βίου για τον δεύτερο κατηγορούμενο, που πραγματοποιούσε κατόπιν εντολής του “εγκέφαλου” τα τηλεφωνήματα στην μητέρα του Μάριου.
Δείτε καρέ-καρέ τις δικαστικές εξελίξεις, αλλά και την βαθιά έρευνα του «Τούνελ» στην υπόθεση, εδώ.
Αφήστε μια απάντηση