Τα όσα αναφέρει ο ψυχίατρος της Ιωάννας, Κωνσταντίνος Κοντοάγγελος, στην κατάθεσή του, σοκάρουν.
«Έχω συναντήσει ανθρώπους χωρίς χέρι, χωρίς πόδι, χωρίς σάλπιγγα, αλλά ποτέ άνθρωπο χωρίς πρόσωπο. Συγκλονίστηκα από την εικόνα, είδα ένα άνθρωπο που δεν έχει καμία ελπίδα, κανένα όνειρο, παρά μόνο τον προσωπικό της θάνατο. Την υποχρέωναν επί τρία τέταρτα να γυρίζει τα βλέφαρα, ένιωθε πόνο και διάθεση να αυτοκτονήσει. Έκλαιγε δεν κοιμόταν, είχε χάσει δεκαπέντε κιλά, καθόταν κουλουριασμένη χωρίς να μιλά, χρειάστηκε να προσπαθήσω να της δώσω ελπίδα. Παίρνει αντικαταθλιπτικά, αγχολυτικά. Η αίσθηση της αυτοκτονίας ήταν επειδή δε θα γίνει ποτέ καλά, κλεισμένη στο σκοτάδι έχει μόνο τη μάνα και τις φίλες της. Ο εγκέφαλος της έχει καταγράψει το τραύμα σαν μια βλάβη που δεν φεύγει. Τα ρούχα της μυρίζουν ακόμα μετά από τόσο καιρό βιτριόλι.»
«Κυρίως διαχειρίζομαι το φόβο της Ιωάννας για μετά την αποφυλάκιση της κατηγορούμενης. Συνεχώς με ρωτά αν κινδυνεύει και δεν μπορώ να της απαντήσω. Είναι ένας άνθρωπος με ψυχικά αποθέματα και δυνάμεις, δεν μπορούν όλοι να το διαχειριστούν αυτό. Στο σπίτι της είναι ένας τεράστιος καθρέφτης που είναι καλυμμένος γιατί δεν θέλει να κοιτάει τον εαυτό της. Πρέπει να της δώσω μια ελπίδα ότι θα μπορέσει να ανταπεξέλθει, ότι δεν θα τη χάσω και πιστεύω ότι θα τα καταφέρουμε. Έχει μια βαριά καταθλιπτική διαταραχή, με αγχώδεις εκδηλώσεις και έντονο στρες. Οι μνήμες δεν αφήνουν το συναίσθημα της Ιωάννας να αναπτυχθεί. Υπάρχει βελτίωση, έχει βοηθήσει η φαρμακευτική αγωγή, το περιβάλλον και η υποστήριξη του κόσμου», κατέληξε.
Η Αννίτα Ναθαναήλ είναι από τους ανθρώπους που στάθηκε δίπλα της από την πρώτη στιγμή.
«Γνώρισα την Ιωάννα κατά τα τέλη του έτους. Συγκλονίστηκα από τη βιαιότητα του εγκλήματος. Σκέφτηκα ότι θα μπορούσε να είχε συμβεί στις κόρες μου. Ήταν ένα διαλυμένο κορίτσι. Μας πήρε καιρό να την πλησιάσω. Ήταν δύσπιστη. Δύσκολο να εμπιστευτεί κάποιον τρίτο. Προσπαθούσα να την τονώσω. Ζει στο σπίτι, δεν έχει κοινωνική ζωή, την παρακαλάω να πάμε μια βόλτα έξω το βράδυ, γιατί τη μέρα δεν πρέπει να κινείται λόγω του ήλιου. Η επαφή με τους γιατρούς δίνει κάποια ελπίδα, συνέχεια βγαίνουν νέες μέθοδοι αποκατάστασης, όλοι μας λένε ότι πρέπει να έχει υπομονή.»
«Πολλές φορές έχει πει να δώσει τέλος στη ζωή της. Ο ψυχίατρός της κάνει εξαιρετική δουλειά, προσπαθούμε να κοιτάμε με αισιοδοξία το μέλλον. Έχει κάνει βουτιά τις τελευταίες ημέρες η ψυχολογία της, η στάση της κατηγορούμενης έχει ξαναβάλει το φόβο στη ζωή της. Αναρωτιέται τι θα γίνει μετά από όλα αυτά. Αυτό που την κρατά στη ζωή είναι τα μηνύματα του κόσμου. Αυτό που είπε γι’ αυτήν η μητέρα της κοπέλας από τη Φολέγανδρο της έδωσε κουράγιο. Να γίνει σύμβολο, να έχει ένα στόχο. Μακάρι η κοινωνία μας να έχει περισσότερες Ιωάννες», κατέληξε.
Στη δίκη κατέθεσε και μία στενή φίλη της κατηγορούμενης, η οποία υποστήριξε πως δε γνώριζε την Ιωάννα, ενώ τόνισε πως η δράστις δε μιλούσε για την προσωπική της ζωή.
«Δεν γνωρίζω το θύμα. Ήμασταν στενές φίλες με την Ε****. Δεν ήξερα κάτι για την υπόθεση. Γνωρίζω την Ε*** 4-5 χρόνια. Κάναμε αρκετή παρέα. Ήταν κλειστός χαρακτήρας σε πολλά πράγματα. Δεν μίλαγε πολύ για την προσωπική της ζωή. Μας έλεγε κυρίως για τη δουλειά. Δεν μου είχε μιλήσει για τη σχέση της με τον Ν***. Αναφερόταν σε έναν κύριο κάποιο διάστημα, αλλά δεν έλεγε το όνομά του. Περίπου το 2018-2019 αναφερόταν σ’ αυτόν. Τον Μάιο του 2020 είχαμε επαφές, αλλά δε βρισκόμασταν τόσο τακτικά όσο πριν. Είχαμε βγει μια φορά τον Μάιο μαζί με μια φίλη μας γιατί δεν ήταν πολύ καλά για θέματα της δουλειάς. Την είχαμε δει πεσμένη, διαφορετική από ότι την είχαμε συνηθίσει», ανέφερε χαρακτηριστικά η μάρτυρας.
Διαβάστε λεπτομέρειες για την υπόθεση εδώ.
Αφήστε μια απάντηση