Η μάρτυρας, που είναι κάτοικος στην περιοχή, αναγνώρισε την πολύτεκνη μητέρα και έδειξε το δρόμο που ακολούθησε όταν την είδε στις οκτώ και πέντε περίπου το πρωί της Παρασκευής 23 Σεπτεμβρίου.
«Φορούσε μαύρη φούστα, μαύρη μπλούζα, μαύρα κοντά καλτσάκια και με το μπαστουνάκι της ανηφόριζε με κόπο, αλλά δεν πήγε πολύ μακριά.»
Σύμφωνα με την μάρτυρα, οι εργάτες που λένε ότι είδαν την αγνοούμενη στο δρόμο, την μπέρδεψαν με την ίδια.
«Πήγα να θυμιατίσω και είδαν εμένα οι άνθρωποι. Αυτή με τα μαύρα που λένε ότι είδαν, ήμουν εγώ.»
Η νύφη της, Ροζαλία προσπάθησε να μιμηθεί τον βηματισμό της, ώστε να δει μέχρι πού θα μπορούσε να φτάσει σε αυτά τα λίγα λεπτά που την έχασαν από τα μάτια τους.
«Έχω περπατήσει πολύ. Κάνω αυτή τη διαδρομή με το βήμα της πεθεράς μου για να χρονομετρήσω. Για τα συγκεκριμένα λεπτά που μας είπαν ότι την είδαν επάνω, δεν βγαίνουν ακόμα κι αν τρέχω.»
Για το αίμα που βρήκαν στο δρόμο, καθώς την αναζητούσαν αλλά και τη καθυστέρηση των Αρχών να πάρουν δείγμα, τόνισε:
«Ήταν μία μεγάλη κηλίδα αίμα που οδηγούσε σε μία άλλη. Σαν κάποιος να είχε χτυπηθεί και να τον είχαν σύρει. Το αίμα ξεπλύθηκε από τη βροχή πριν το ελέγξει η αστυνομία.»
Η Ροζαλία κάνει έκκληση στην κάμερα του «Τούνελ» σε όποιον γνωρίζει κάτι, να μιλήσει.
«Εμείς θέλουμε απλά να βρούμε την πεθερά μου, τη μαμά εφτά παιδιών, που κλαίνε καθημερινά. Απλά να τη θάψουμε για να έχουμε ένα καντήλι να της ανάβουμε.»
Την άποψη ότι κάποιος τη χτύπησε και την εξαφάνισε, υποστήριξε και ο γιος της, Δημήτρης.
Κάθε μέρα πηγαίνει στο σημείο που χάθηκε η μητέρα του και ψάχνει.
«Αν ήταν εδώ, αν είχε πέσει κάπου, θα είχε βρεθεί», λέει με λύπη και θυμάται το προηγούμενο βράδυ της εξαφάνισης που είχαν στήσει γλέντι στο σπίτι και έτρωγαν και χόρευαν μαζί με τη μητέρα τους.
Αφήστε μια απάντηση